ἐπισφραγίσει

ἐπισφραγίσει
ἐπισφράγισις
cadence
fem nom/voc/acc dual (attic epic)
ἐπισφραγίσεϊ , ἐπισφράγισις
cadence
fem dat sg (epic)
ἐπισφράγισις
cadence
fem dat sg (attic ionic)
ἐπισφραγίζω
put a seal on
aor subj act 3rd sg (epic)
ἐπισφραγίζω
put a seal on
fut ind mid 2nd sg
ἐπισφραγίζω
put a seal on
fut ind act 3rd sg
ἐπισφρᾱγίσει , ἐπισφραγίζω
put a seal on
aor subj act 3rd sg (epic)
ἐπισφρᾱγίσει , ἐπισφραγίζω
put a seal on
fut ind mid 2nd sg
ἐπισφρᾱγίσει , ἐπισφραγίζω
put a seal on
fut ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • δημόσια υπηρεσία — Η οργανωμένη επιχείρηση που λειτουργεί υπό τη διεύθυνση εκείνων που κυβερνούν, για την εξυπηρέτηση του κοινού. Κατά μία εκδοχή το κράτος αποτελεί ομάδα δ.υ. που συνεργάζονται μεταξύ τους και οι οποίες έχουν οργανωθεί και ελέγχονται κατά τη… …   Dictionary of Greek

  • Φίλα — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Πρώτη σύζυγος του Φιλίππου B’ της Μακεδονίας, αδελφή του Δέρδα B’ και του Μαχάτη. Πέθανε το 357 π.Χ. 2. Πρωτότοκη κόρη του Αντιπάτρου, στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου και αντιβασιλιά κατά τη διάρκεια της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”